Η μαρίνα του Χαλ |
Το επιβλητικό άγαλμα του William Wilberforce, απελευθερωτή |
Το Χάλ, στο Γιόρκσαϊρ της Αγγλίας, είναι μια πόλη σπουδαίων ποιητών: ο Άντρου Μάρβελ, ο Φίλιπ Λάρκιν, ο Σων Ο’Μπράϊαν έζησαν εδώ και η ποίησή τους αντικατοπτρίζει τους δεσμούς τους με την πολιτεία. Κι όμως λίγα είναι τα διηγήματα και μυθιστορήματα με θέμα το Χαλ. Είναι κάτι το περίεργο και δεν ξέρω γιατί είναι έτσι. Σε μεγάλο βαθμό η σιωπή αυτή φαίνεται παράλογη. Άλλοτε ένα μεγάλης σημασίας για την αλιεία λιμάνι και για ένα μικρότερο χρονικό διάστημα ένα λιμάνι φαλαινοθηρικών, το Χαλ αποτελεί έναν από τους πιο παλαιούς εμπορικούς κρίκους ανάμεσα στην Αγγλία και στην ηπειρωτική Ευρώπη. Υπάρχουν ακόμα σημάδια του μεσαιωνικού και γεωργιανού πλούτου στα κτίρια της Παλιάς Πόλης. Και οι αρχαίες οδοί υποδηλώνουν εμπορικές σχέσεις και ασχολίες (το πιο αγαπημένο μου οδικό όνομα είναι ‘Η Γη της Πράσινης Πιπερόριζας’). Σαν πολλά λιμάνια, ο τόπος αυτός είχε πάντοτε μια σκληρή, ξεροκέφαλη, αντικαθεστωτική ατμόσφαιρα. Έκλεισε τις πύλες του στον βασιλιά Κάρολο Α΄ και τον βασιλικό στρατό το 1642, κατά τον Εμφύλιο. Ο Γουίλιαμ Γουίλμπερφορς, που ήταν επικεφαλής της επιτυχούς εκστρατείας για να καταργηθεί το δουλεμπόριο και υποστήριξε σημαντικά την έσχατη εκστρατεία για να απαγορευτεί η δουλεία μέσα στη Βρετανική Αυτοκρατορία, ήταν βουλευτής εδώ από το 1784 με 1812. Θα φανταζόταν κανείς ότι εδώ αφθονούν οι ιστορίες, περιπλανώμενες στα λιμάνια και τις αποθήκες τελωνείου, χαζεύοντας στις παμπ, την ψαραγορά, τα ιδρύματα στήριξης ναυτικών.
Hymers College, Hull. Το σχολείο μου |
Για εφτά χρόνια, πήγαινα στο σχολείο στο Χαλ. Ξέρω καλά τον τόπο αυτόν. Είμαι υπερήφανος για την εκπαίδευση που έλαβα εκεί (τα ελληνικά! τα έμαθα τα ελληνικά στο Χαλ) και μου αρέσει η πόλη, αλλά κρατούσα συχνά μια απολογητική στάση για τη στοργή μου. Εξαιτίας της έκτασης των λιμανιών της, η πόλη ήταν στρατηγικός στόχος για τη γερμανική πολεμική αεροπορία κατά τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο. Οι αεροπορικοί βομβαρδισμοί του 1941 ήταν άγριοι και κατέστρεψαν πολλά. Τη δεκαετία του 1970, κατέρρευσε κι η αλιευτική βιομηχανία, προκαλώντας εκτεταμένη αποστέρηση και μια δεύτερη τρύπα στην αστική δομή. Ως εκ τούτου, απέκτησε η πόλη μια κακή φήμη. Αλλά το 2017, το Χαλ έγινε η Εθνική Πρωτεύουσα Πολιτισμού: συνέβη μια περιορισμένη αναγέννηση και πολλοί άνθρωποι που δεν θα ονειρεύονταν ποτέ να πάνε στο Χαλ ήρθαν για να συμμετάσχουν στην πολιτιστική ζωή του. Οι γλυκομίλητοι «ξένοι» της νότιας Αγγλίας (που δεν είναι πάντα δημοφιλείς εδώ) έπρεπε να παλεύουν με τη μοναδικά τραχεία, βαθιά προφορά των κατοίκων της πόλης. (Σημειώστε ότι δεν λέμε την πόλη μας «Χαλ», όπως τη προφέρουν οι νότιοι Άγγλοι και τη μεταγλωττίζετε κι εσείς οι Έλληνες, μάλλον τη λέμε «Χουλ». Αν συζητήσουμε μαζί για την πόλη μου, θα τη λέω πάντοτε «Χουλ».)
Ιστορίες του Χαλ |
Εξεπλάγην όταν ένας Έλληνας που με ακολουθεί στο Twitter μού είπε για μια συλλογή διηγημάτων, με τίτλο Ιστορίες του Χαλ. Τον δέκατο-ένατο αιώνα, οι Έλληνες που εγκαταστάθηκαν στην Αγγλία βρίσκονταν στο Λονδίνο, το Λίβερπουλ και το Μάντσεστερ. Γενικά προτιμούν πλέον να μένουν αποκλειστικά στο νότο: στο Λονδίνο, την Οξφόρδη, το Κέιμπριτζ, το Ρέντινγκ. Ή μπορεί να πάνε στη Σκοτία – συνήθως στο Εδιμβούργο. Αλλά το Χαλ στο Γιόρκσαϊρ; Γιατί ένας σύγχρονος Έλληνας θα έγραφε ένα βιβλίο για το Χαλ;
Επρόκειτο για το πρώτο βιβλίο του συγγραφέα Γιώργου Μητά, που σπούδασε στο Πανεπιστήμιο του Χαλ τη δεκαετία του 1990(;). Το εξέδωσε το 2011 και τον επόμενο χρόνο κέρδισε το Βραβείο Πρωτοεμφανιζόμενου Συγγραφέα του περιοδικού διαβάζω. Και πρόσφατα το διάβασα κι εγώ. Βέβαια, ενδιαφερόμουν πολύ να διαπιστώσω το πώς συνόψισε ο Μητάς μια πόλη 285,000 κατοίκων σε 137 σελίδες. Λοιπόν, έγραψε τρία εκτεταμένα διηγήματα. Είναι ξεχωριστές ιστορίες αλλά η καθεμία συμπίπτει μερικώς με τις άλλες. Η δράση εστιάζεται στους δρόμους, τα λεωφορεία και τις παμπ γύρω από το Πανεπιστήμιο. Αλλά πράγματι ολόκληρη η πόλη είναι το υποκείμενο του Μητά. Εκφράζει καλά την ουσία της:
Στην ανατολική ακτή, στο ύψος του Γιόρκσαϊρ, η Βόρεια Θάλασσα εισχωρεί για σαράντα περίπου χιλιόμετρα μέσα στη γη, δημιουργώντας μια μεγάλη υδάτινη έκταση με υφάλμυρα νερά και ισχυρές παλίρροιες, το δέλτα του Χάμπερ. Στις όχθες του είναι χτισμένο το λιμάνι του Χαλ· στο ίδιο σημείο, χωρίζοντας την πόλη στα δυο, εκβάλλουν τα νερά του ομώνυμου ποταμού, οι πηγές του οποίου βρίσκονται βορειότερα, στην περιοχή του Ντρίφηλντ. Το νερό σχεδόν κυκλώνει την πόλη· αναπόφευκτα, η ιστορία της είναι συνδεδεμένη με το υγρό στοιχείο και τον αγώνα των κατοίκων της να το δαμάσουν και να το εκμεταλλευτούν, καταβάλλοντας συχνά βαρύ τίμημα.
Σε αυτό το λογοτεχνικό τοπίο, ένα ζευγάρι διατυπώνει τον πυρήνα της κάθε ιστορίας. Στην πρώτη, η κυρία Ρότζερς, μια ντόπια, βρίσκει το κουράγιο για να προσκαλέσει έναν νεαρό Ισπανό φοιτητή για το τσάι. Στη δεύτερη, ένας τυφλός Σκοτσέζος φοιτητής, που ονομάζεται Ντόναλτ και που τον ακολουθεί παντού η οδηγός-σκύλος του, η Τζόυ, φέρεται φιλικά σε έναν ανώνυμο Έλληνα μεταπτυχιακό φοιτητή. Στην Τρίτη, ένας Τούρκος φοιτητής που ονομάζεται Αζίζ αρχίζει να ενδιαφέρεται για τον Στηβ, τον πληθωρικό σπιτονοικοκύρη του. Δυο από τους πρωταγωνιστές αυτούς είναι μόνιμοι κάτοικοι της πόλης, οι άλλοι τέσσερες είναι περαστικοί. Αλλά κι όλοι χαρακτηρίζονται από μοναξιά και ανασφάλεια, κι ο καθένας προσπαθεί να κάνει έναν ορισμένο δεσμό.
Αυτές οι προσπάθειες εμποδίζονται από την πόλη την ίδια, η οποία είναι στο έλεος όχι μόνο των νερών που την περικυκλώνουν και την περιορίζουν, αλλά και του τυπικού παράκτιου κλίματος της βορεινής πόλης αυτής:
Κι όμως η ώρα της εισβολής είχε έρθει. Ο Νοέμβρης εξέπνεε, η πολιτεία ήταν τυλιγμένη για μέρες σ’ ένα γκρίζο, παγωμένο σεντόνι που άλλοτε γινόταν βροχή, άλλοτε αδιαπέραστη ομίχλη και άλλοτε μια υγρή, ψυχρή σκοτεινιά, που απλωνόταν παντού εκδιώκοντας κάθε ίχνος ζεστασιάς και ασφάλειας.
Το Πανεπιστήμιο του Χαλ |
Αυτή είναι μια απεικόνιση του Χαλ υπό το πρίσμα του Αιγαίου. Τίποτε δεν συμφιλιώνει τον Μητά με το υγρό και ζοφερό κλίμα της πόλης. Για έναν Έλληνα που είναι συνηθισμένος σε μια υπαίθρια κοινωνική ύπαρξη, το Χαλ φαίνεται ερημωμένο, άδειο, αντικοινωνικό. (Πραγματικά, δεν είναι έτσι.) Στους ήσυχους δρόμους ηχούν τα βήματα. Οι λίγοι πεζοί στις ιστορίες του Μητά βιάζονται πάντα για να βρουν ένα ζεστό κρησφύγετο: σε μια παμπ, ένα διαμέρισμα, τη φοιτητική εστία, το ντόπιο σουπερμάρκετ. Σε αυτό τον τόπο της γκρίζας καθημερινότητας, τα πολύχρωμα συμπεράσματα αναζητούνται χωρίς να βρίσκονται: μόνο το τρίτο διήγημα καταλήγει σε μια σχεδόν καθαρή επίλυση: μια τραγική επίλυση που βεβαιώνει τον οριστικό τόνο του βιβλίου.
Σε αυτές τις «ιστορίες του Χαλ» βρήκα μια πειστική απεικόνιση της πόλης: στα διηγήματα αυτά ο αυστηρός και ψυχρός ρεαλισμός της πόλης είναι πλαισιωμένος με μια κάποιου είδους γοτθική ιδιοτροπία. Μου αρέσει πολύ ο επιδέξιος τρόπος με τον οποίο ο συγγραφέας λυγίζει την ελληνική γλώσσα σε αυτόν τον ξένο τόπο. Δεν ήθελα το βιβλίο να τελειώσει και πένθησα το τέλος του, όταν έφτασε. Συγχαίρω τον συγγραφέα για το επίτευγμά του (ήταν άξιος νικητής του βραβείου διαβάζω) και προσβλέπω στο διάβασμα των άλλων βιβλίων του.
Κλείνοντας, θέλω να προκαλέσω τους αναγνώστες μου. Πείτε μου, σας παρακαλώ, ποια άλλα μυθιστορήματα, διηγήματα και ποιήματα έχουν γράψει οι Έλληνες για το Χαλ, για το Γιόρκσαϊρ, για τον βορρά της Αγγλίας; Τι άλλο θα έπρεπε να διαβάσω, ώστε να κατανοήσω την πατρίδα μου υπό ελληνικό πρίσμα;
Τζων